Budzić στα ελληνικά
Μετάφραση: budzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεγείρω, ξυπνώ, ανατρέφω, υψώνω, ξεσηκώνω, σηκώνω, αναστηλώνω, θυμάμαι, ίχνη, ξυπνήσει, ξυπνήσετε, ξυπνήσουν, ξυπνήστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- budziciel στα ελληνικά - αφυπνιστών, αφυπνιστής
- budzik στα ελληνικά - ξυπνητήρι, αφύπνιση, ξυπνητηριού, το ξυπνητήρι, ηχητικής ειδοποίησης
- budżet στα ελληνικά - προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, προϋπολογισμό, του προϋπολογισμού, τον προϋπολογισμό
- budżetowy στα ελληνικά - χρηματοοικονομικές, χρηματοοικονομική, οικονομικών, οικονομικές, οικονομικό
Τυχαίες λέξεις
Budzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεγείρω, ξυπνώ, ανατρέφω, υψώνω, ξεσηκώνω, σηκώνω, αναστηλώνω, θυμάμαι, ίχνη, ξυπνήσει, ξυπνήσετε, ξυπνήσουν, ξυπνήστε
Μεταφράσεις: διεγείρω, ξυπνώ, ανατρέφω, υψώνω, ξεσηκώνω, σηκώνω, αναστηλώνω, θυμάμαι, ίχνη, ξυπνήσει, ξυπνήσετε, ξυπνήσουν, ξυπνήστε