Obramowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: obramowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάρθρωση, πλαίσιο, περιτύλιγμα, περιβάλλον, μεθόριος, σκελετός, φράντζα, πλαισιώνω, σύνορο, σώμα, πλαισίωση, κρόσσι, παρυφές, ρέλι, περικυκλώνω, σύνορα, συνόρων, των συνόρων, συνοριακών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bosy στα ελληνικά - γυμνός, ξυπόλυτος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι, γυμνά, γυμνά πόδια
- defetysta στα ελληνικά - ηττοπαθής, ηττοπαθή, ηττοπαθείς, ηττοπαθές, ηττοπαθούς
- dopowiadać στα ελληνικά - λέω
- drapieżczy στα ελληνικά - κερδομανής, ληστρική, αρπακτικών, εξοντωτική, επιθετικής, ληστρικές
Τυχαίες λέξεις
Obramowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάρθρωση, πλαίσιο, περιτύλιγμα, περιβάλλον, μεθόριος, σκελετός, φράντζα, πλαισιώνω, σύνορο, σώμα, πλαισίωση, κρόσσι, παρυφές, ρέλι, περικυκλώνω, σύνορα, συνόρων, των συνόρων, συνοριακών
Μεταφράσεις: διάρθρωση, πλαίσιο, περιτύλιγμα, περιβάλλον, μεθόριος, σκελετός, φράντζα, πλαισιώνω, σύνορο, σώμα, πλαισίωση, κρόσσι, παρυφές, ρέλι, περικυκλώνω, σύνορα, συνόρων, των συνόρων, συνοριακών