Skupiać στα ελληνικά

Μετάφραση: skupiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσσωρεύω, εστία, συμπυκνώνω, κέντρο, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, εστίαση, έμφαση, επίκεντρο, εστίασης
Skupiać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bać στα ελληνικά - φοβάμαι, φόβος, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος
  • chirurgiczny στα ελληνικά - χειρουργικός, χειρουργική, χειρουργικές, χειρουργικών, χειρουργικής
  • fenoloftaleina στα ελληνικά - φαινολοφθαλεΐνη, φαινολοφθαλεϊνη, φαινολοφθαλεΐνης, φαινυλοφθαλεΐνης, φαινολοφθαλεϊνης
  • hydrodynamiczny στα ελληνικά - υδροδυναμική, υδροδυναμικό, υδροδυναμικής, υδροδυναμικά, υδροδυναμικών
Τυχαίες λέξεις
Skupiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσσωρεύω, εστία, συμπυκνώνω, κέντρο, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, εστίαση, έμφαση, επίκεντρο, εστίασης