Pão στα ελληνικά
Μετάφραση: pão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δανεισμός, ψωμί, δάνειο, φρατζόλα, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pântano στα ελληνικά - έλος, βάλτος, μαζεύω, τέλμα, βάλτο, βάλτου
- pântanos στα ελληνικά - βάλτος, έλος, έλη, βάλτους, βάλτων, βάλτοι, ελών
- pãozinho στα ελληνικά - κύλινδρος, κυλώ, ψωμάκι, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ...
- pé στα ελληνικά - πόδι, στάδιο, παπούτσια, υποδήματα, πόδια, τα πόδια, πρόποδες, ...
Τυχαίες λέξεις
Pão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δανεισμός, ψωμί, δάνειο, φρατζόλα, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
Μεταφράσεις: δανεισμός, ψωμί, δάνειο, φρατζόλα, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού