Молчаливый στα ελληνικά

Μετάφραση: молчаливый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιωπηλός, άναυδος, λιγομίλητος, εμβρόντητος, αποπνιχτικός, ανέκφραστος, κρυψίνους, κοντά, άφωνος, άναρθρος, μαμά, λιγόλογος, εχέμυθος, μάνα, πνιγηρός, μουγγός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί
Молчаливый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • батопорт στα ελληνικά - υδατοστεγές κιβώτιο, caisson, κιβωτοειδές στοιχείο, κιβωτοειδές, τύπου κώδωνα
  • двухтактный στα ελληνικά - Ξύλινα παιχνίδια
  • джентльменский στα ελληνικά - ευγενής, ευγενοπρεπής, ευγενική, την ευγενική, ευπρεπής
  • донжуан στα ελληνικά - ερωτοτροπών, philanderer
Τυχαίες λέξεις
Молчаливый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιωπηλός, άναυδος, λιγομίλητος, εμβρόντητος, αποπνιχτικός, ανέκφραστος, κρυψίνους, κοντά, άφωνος, άναρθρος, μαμά, λιγόλογος, εχέμυθος, μάνα, πνιγηρός, μουγγός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί