Пороть στα ελληνικά

Μετάφραση: пороть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκίζω, ξεκουμπώνω, μαστιγώνω, παραδίνω, φάλαινα, δίνω, δέρνω, μαστιγώ, μαστιγώσουν, τα μαστιγώσουν
Пороть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • близорукость στα ελληνικά - μυωπικός, μυωπία, μυωπίας, της μυωπίας, η μυωπία, τη μυωπία
  • демон στα ελληνικά - δαίμονας, δαίμονα, daemon, δαίμονας του, δαίμονα του
  • дина στα ελληνικά - δύνη, dyne, δύνες, δίνες, δυνών
  • диэлектрический στα ελληνικά - διηλεκτρικός, διηλεκτρικό, διηλεκτρική, διηλεκτρικού, διηλεκτρικής
Τυχαίες λέξεις
Пороть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκίζω, ξεκουμπώνω, μαστιγώνω, παραδίνω, φάλαινα, δίνω, δέρνω, μαστιγώ, μαστιγώσουν, τα μαστιγώσουν