Прикрытие στα ελληνικά
Μετάφραση: прикрытие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλύπτω, καταφεύγω, συγκάλυψη, προστασία, καζάκα, καταφύγιο, απόκρυψη, μανδύας, προστατεύω, εξετάζω, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вашингтон στα ελληνικά - Ουάσινγκτον, Ουάσιγκτον, Washington, της Ουάσιγκτον, την Ουάσιγκτον
- вирулентность στα ελληνικά - καταφορά, τοξικότητα, μολυσματικότηταε, λοιμικότητας, λοιμοτοξικότητα, λοιμογόνο δύναμη
- вычет στα ελληνικά - έκπτωση, αφαίρεση, έκπτωσης, την αφαίρεση, εκπτώσεως
- депонировать στα ελληνικά - επαναθέτω, προσχώνω, καταλύω, ίζημα, σφηνώνω, κατάθεση, κατάθεσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Прикрытие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλύπτω, καταφεύγω, συγκάλυψη, προστασία, καζάκα, καταφύγιο, απόκρυψη, μανδύας, προστατεύω, εξετάζω, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Μεταφράσεις: καλύπτω, καταφεύγω, συγκάλυψη, προστασία, καζάκα, καταφύγιο, απόκρυψη, μανδύας, προστατεύω, εξετάζω, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης