Тональность στα ελληνικά
Μετάφραση: тональность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέφι, έγκλιση, κλειδί, διάθεση, τονικότητα, τονικότητας, την τονικότητα, τονισμό, τον τόνο
Μεταφράσεις
- братский στα ελληνικά - αδερφικός, αδελφικός, αδελφική, αδελφικής, αδελφικές, αδελφικό
- втирать στα ελληνικά - τρίβω, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το
- вышеозначенный στα ελληνικά - προαναφερθείσα, προαναφερθείσες, προαναφερθέντα, προαναφερόμενη, προαναφερθέν
- жертвовать στα ελληνικά - συνεισφέρω, θυσιάζω, θυσία, προικίζω, θυσίας, θυσίες, τη θυσία, ...
Τυχαίες λέξεις
Тональность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέφι, έγκλιση, κλειδί, διάθεση, τονικότητα, τονικότητας, την τονικότητα, τονισμό, τον τόνο
Μεταφράσεις: κέφι, έγκλιση, κλειδί, διάθεση, τονικότητα, τονικότητας, την τονικότητα, τονισμό, τον τόνο