Убежище στα ελληνικά
Μετάφραση: убежище, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκεπή, προστατεύω, κάστρο, λιμάνι, φωλιάζω, άσυλο, στεγαστικός, οροφή, ταράτσα, στοιχειώνω, καταφύγιο, φυγαδεύω, σκάβω, κατάλυμα, φρούριο, κουνελοφωλιά, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безвозвратно στα ελληνικά - αμετάκλητα, ανέκκλητα, οριστικά, αμετάκλητη, αμετακλήτως
- грудь στα ελληνικά - στήθος, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
- грузопоток στα ελληνικά - αγαθά, δοσοληψία, κυκλοφορία, εμπορευματικών μεταφορών, εμπορευματικές μεταφορές, των εμπορευματικών μεταφορών, μεταφορές εμπορευμάτων, ...
- доказывать στα ελληνικά - απόδειξη, υποβάλλω, επιχειρηματολογώ, υποστηρίζω, μαρτυρία, τεκμηριώνω, αιτία, ...
Τυχαίες λέξεις
Убежище στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκεπή, προστατεύω, κάστρο, λιμάνι, φωλιάζω, άσυλο, στεγαστικός, οροφή, ταράτσα, στοιχειώνω, καταφύγιο, φυγαδεύω, σκάβω, κατάλυμα, φρούριο, κουνελοφωλιά, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Μεταφράσεις: σκεπή, προστατεύω, κάστρο, λιμάνι, φωλιάζω, άσυλο, στεγαστικός, οροφή, ταράτσα, στοιχειώνω, καταφύγιο, φυγαδεύω, σκάβω, κατάλυμα, φρούριο, κουνελοφωλιά, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη