Укрытие στα ελληνικά
Μετάφραση: укрытие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστασία, στεγαστικός, τέντα, στέγαση, προστατεύω, κρύβω, καταφύγιο, καταφεύγω, καλύπτω, κρύβομαι, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альтиметр στα ελληνικά - υψόμετρο, altimeter, υψομετρητή, τον υψομετρητή, υψομέτρου
- демонтаж στα ελληνικά - διάλυση, αποσυναρμολόγηση, αποξήλωση, αποσυναρμολόγησης, τη διάλυση
- дребезжание στα ελληνικά - τραντάζω, βαζάκι, κροταλίζω, τρίζω, φλυαρώ, κουδουνίζω, ράσπα, ...
- железа στα ελληνικά - αδένας, αδένα, αδένων, αδένες, βιδωτή
Τυχαίες λέξεις
Укрытие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστασία, στεγαστικός, τέντα, στέγαση, προστατεύω, κρύβω, καταφύγιο, καταφεύγω, καλύπτω, κρύβομαι, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Μεταφράσεις: προστασία, στεγαστικός, τέντα, στέγαση, προστατεύω, κρύβω, καταφύγιο, καταφεύγω, καλύπτω, κρύβομαι, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη