Fyzický στα ελληνικά
Μετάφραση: fyzický, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικά, σωματικώς, φυσικώς, φυσικά, φυσική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- futurizmus στα ελληνικά - φουτουρισμός, ο φουτουρισμός, φουτουρισμού, το φουτουρισμό, στο φουτουρισμό
- fušer στα ελληνικά - ατζαμής, κακοτέχνης, άτσαλος, αδέξιος κατασκευαστής, αδέξιος
- fyzický στα ελληνικά - σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
- fyzik στα ελληνικά - φυσικός, φυσικό, φυσικού, ο φυσικός
Τυχαίες λέξεις
Fyzický στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικά, σωματικώς, φυσικώς, φυσικά, φυσική
Μεταφράσεις: σωματικά, σωματικώς, φυσικώς, φυσικά, φυσική