Dohodnout στα ελληνικά

Μετάφραση: dohodnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοντά, αποπνιχτικός, προσβάλλομαι, συμβόλαιο, τελειώνω, προσαρμόζω, συστέλλομαι, πνιγηρός, κανονίζω, συναυλία, εγκαθίσταμαι, καταλήγω, συμπεραίνομαι, ρυθμίζω, κολλητός, συμπεραίνω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Dohodnout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dohodce στα ελληνικά - χρηματομεσίτης, μεσίτης, χρηματιστής, έμπορος, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, ...
  • dohodit στα ελληνικά - προμηθεύονται, προμήθεια, προμηθευτούν, την προμήθεια, προμηθευτεί
  • dohodnutý στα ελληνικά - συμβατικός, συμβατικές, συμβατικό, συμβατικά, συμβατική
  • dohonit στα ελληνικά - ξεπερνώ, αρπάζω, προσπερνώ, πιάνω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, ...
Τυχαίες λέξεις
Dohodnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοντά, αποπνιχτικός, προσβάλλομαι, συμβόλαιο, τελειώνω, προσαρμόζω, συστέλλομαι, πνιγηρός, κανονίζω, συναυλία, εγκαθίσταμαι, καταλήγω, συμπεραίνομαι, ρυθμίζω, κολλητός, συμπεραίνω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση