Oříznout στα ελληνικά
Μετάφραση: oříznout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόβω, κομψός, κόψιμο, ψαλιδίζω, κοπή, κλαδεύω, κουρεύω, σοδειά, καλλιέργεια, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chlemtat στα ελληνικά - πλαταγίζω, παφλάζω, γόνατα, γύρος, Lapp, λακτάσης, Lapp των, ...
- litografický στα ελληνικά - λιθογραφική, λιθογραφικό, λιθογραφικής, λιθογραφικές, λιθογραφικά
- nemluvnost στα ελληνικά - ολιγολογία, επιφυλακτικότητα, αφασία, αφωνία, βουβά
- nástin στα ελληνικά - σκίτσο, διατυπώνω, σκιαγράφηση, περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, περίληψη, ...
Τυχαίες λέξεις
Oříznout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόβω, κομψός, κόψιμο, ψαλιδίζω, κοπή, κλαδεύω, κουρεύω, σοδειά, καλλιέργεια, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας
Μεταφράσεις: κόβω, κομψός, κόψιμο, ψαλιδίζω, κοπή, κλαδεύω, κουρεύω, σοδειά, καλλιέργεια, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας