Přiměřený στα ελληνικά
Μετάφραση: přiměřený, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαρκής, πρόσφορος, ευπρεπής, εύσχημος, βολικός, δίκαιος, οικειοποιούμαι, ξανθός, πρέπων, ανάλογος, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πανηγύρι, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- delimitace στα ελληνικά - περιορισμός, περιστολή, οριοθέτηση, οριοθέτησης, οριοθετήσεως, καθορισμός, την οριοθέτηση
- lnutí στα ελληνικά - εμμονή, προσκόλληση, τήρηση, την τήρηση, τήρησης, προσήλωση
- matka στα ελληνικά - μητέρα, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
- odskok στα ελληνικά - επίπτωση, υποκατάστημα, κλάδος, αντίκτυπο, κλαδί, αντίκτυπος, γκελ, ...
Τυχαίες λέξεις
Přiměřený στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαρκής, πρόσφορος, ευπρεπής, εύσχημος, βολικός, δίκαιος, οικειοποιούμαι, ξανθός, πρέπων, ανάλογος, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πανηγύρι, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς
Μεταφράσεις: επαρκής, πρόσφορος, ευπρεπής, εύσχημος, βολικός, δίκαιος, οικειοποιούμαι, ξανθός, πρέπων, ανάλογος, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πανηγύρι, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς