Onkalo στα ελληνικά
Μετάφραση: onkalo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεματιά, κοίλος, φαράγγι, σπηλιά, κοιλότητα, λαγκάδα, ορυχείο, βαθουλωμένος, λάκκος, λαγκάδι, υπόκωφος, κούφιος, άντρο, κοιλότητας, κοιλότητος, κοιλότητα του, κοίλωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- on στα ελληνικά - έχω, κατέχω, υπάρχει, δεν υπάρχει, υπάρχουν, είναι, υφίσταται
- ongelma στα ελληνικά - δίλημμα, μπελάς, πρόβλημα, δουλειά, ταλαιπωρία, ενοχλώ, φασαρία, ...
- onki στα ελληνικά - άγκιστρο, γάντζος, αγκιστρώνω, γάντζο και, αγκίστρου και, γάντζο και το, άγκιστρου και, ...
- onkia στα ελληνικά - γωνία, ψάρι, ψάρια, ψαριών, ιχθύων, τα ψάρια
Τυχαίες λέξεις
Onkalo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεματιά, κοίλος, φαράγγι, σπηλιά, κοιλότητα, λαγκάδα, ορυχείο, βαθουλωμένος, λάκκος, λαγκάδι, υπόκωφος, κούφιος, άντρο, κοιλότητας, κοιλότητος, κοιλότητα του, κοίλωμα
Μεταφράσεις: ρεματιά, κοίλος, φαράγγι, σπηλιά, κοιλότητα, λαγκάδα, ορυχείο, βαθουλωμένος, λάκκος, λαγκάδι, υπόκωφος, κούφιος, άντρο, κοιλότητας, κοιλότητος, κοιλότητα του, κοίλωμα