Ülepített görögul
Fordítás: ülepített, Szótár: magyar » görög
Forrásnyelv:
magyar
Célnyelv:
görög
Fordítások:
κατακρημνίζονται, κατακαθίσει, καθιζάνουν, κατακρημνίσθηκαν, ιζηματοποιήθηκαν
Más nyelvek
Kapcsolódó szavak: ülepített
ülepített nadrág, ülepített szótár görög, ülepített görögul
Fordítások
- ülep görögul - πάτος, γάιδαρος, κώλος, κώλο, τον κώλο, γάιδαρο
- ülepedés görögul - υποχώρηση, καθίζηση, καθιζήσεων, καθιζήσεις, καθίζηση του
- ülnök görögul - εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής
- ültetvény görögul - φυτεία, φυτείας, φυτειών, φύτευσης, φυτείες
Véletlenszerű szavak
Ülepített görögul - Szótár: magyar » görög
Fordítások: κατακρημνίζονται, κατακαθίσει, καθιζάνουν, κατακρημνίσθηκαν, ιζηματοποιήθηκαν
Fordítások: κατακρημνίζονται, κατακαθίσει, καθιζάνουν, κατακρημνίσθηκαν, ιζηματοποιήθηκαν