Afföll á grísku
Þýðing: afföll, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
μείωση, σκόντο, έκπτωση, εκπτώσεις, εκπτώσεων, τις εκπτώσεις, οι εκπτώσεις
Önnur tungumál
Skyld orð: afföll
afföll á bílum, afföll af húsbréfum, afföll skuldabréfa, afföll af bílum, afföll tungumála orðabók gríska, afföll á grísku
Þýðingar
- afferma á grísku - αδειάζω, ξεφορτώνω, ξεφορτώσουν, ξεφορτώνουν, ξεφορτώσει, εκφορτώσει, την εκφόρτωση
- afflæði á grísku - οπισθοδρόμηση, παλινδρόμησης, παλινδρόμηση, υποχώρηση, οπισθοδρόμησης
- afgangur á grísku - κατάλοιπο, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, αφήνοντας, αφήνει, έβγαλε, ...
- afgirða á grísku - εσωκλείω, περικλείω, περιφραγμένη, περιφραγμένο, περιφραγμένος, περιφραγμένες, περιφραγμένα
Orð af handahófi
Afföll á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: μείωση, σκόντο, έκπτωση, εκπτώσεις, εκπτώσεων, τις εκπτώσεις, οι εκπτώσεις
Þýðingar: μείωση, σκόντο, έκπτωση, εκπτώσεις, εκπτώσεων, τις εκπτώσεις, οι εκπτώσεις