Harka á grísku

Þýðing: harka, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αυστηρότητα, σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Harka á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: harka

harka islamiyya, hark a vagrant, harka islamiya, harkha bai, harka mectin, harka tungumála orðabók gríska, harka á grísku

Þýðingar

  • hani á grísku - κόκορας, πετεινός, κρουνός, καβλί, κόκορα, στρόφιγγα
  • happ á grísku - τύχη, ευκαιρία, πιθανότητα, συγκυρία, Happ, & ρρ, Η & ρρ
  • harma á grísku - θρηνώ, οδυρμός, μοιρολογώ, πενθώ, θρηνούν, θρηνήσουν, πενθήσουν
  • harmur á grísku - πένθος, πένθους, το πένθος, θρήνος, θρήνου
Orð af handahófi
Harka á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αυστηρότητα, σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα