Hræsnari á grísku
Þýðing: hræsnari, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
υποκριτής, υποκριτή, υποκριτές, υποκριτικά, υποκρισία
Önnur tungumál
Skyld orð: hræsnari
hræsnari tungumála orðabók gríska, hræsnari á grísku
Þýðingar
- hræ á grísku - ψοφίμι, κουφάρι, σφάγια, σφαγίων, πτώματα, τα σφάγια, πτωμάτων
- hræra á grísku - κινούμαι, ανακατεύω, κίνηση, μετακομίζω, αναδεύω, κινώ, σαλεύω, ...
- hræsni á grísku - υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία
- hræða á grísku - εκφοβίζω, φοβίζω, τρομάζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, ...
Orð af handahófi
Hræsnari á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: υποκριτής, υποκριτή, υποκριτές, υποκριτικά, υποκρισία
Þýðingar: υποκριτής, υποκριτή, υποκριτές, υποκριτικά, υποκρισία