Leynast á grísku
Þýðing: leynast, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
παραμονεύω, απέκρυψε, κρυφό, κρυφή, κρυμμένη, κρύβονται
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: leynast
leynast tungumála orðabók gríska, leynast á grísku
Þýðingar
- leyfa á grísku - επιτρέπω, αφήνω, ενοικιάζομαι, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, ...
- leyfi á grísku - επιτρέπω, άδεια, άδειας, πιστοποιητικού, αδείας, πιστοποιητικό
- leyndardómsfullur á grísku - μυστηριώδης, αινιγματικός, μυστηριώδη, μυστηριώδες, μυστηριώδεις, μυστήρια
- leysa á grísku - μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, λύσει, επίλυση, να λύσει, ...
Orð af handahófi
Leynast á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: παραμονεύω, απέκρυψε, κρυφό, κρυφή, κρυμμένη, κρύβονται
Þýðingar: παραμονεύω, απέκρυψε, κρυφό, κρυφή, κρυμμένη, κρύβονται