Ræsa á grísku

Þýðing: ræsa, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αρχίζω, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχή, ενεργοποιώ, εκτόξευση, έναρξη, εκτόξευσης, δρομολόγηση, λανσάρισμα
Ræsa á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: ræsa

ræsa tungumála orðabók gríska, ræsa á grísku

Þýðingar

  • rækja á grísku - γαρίδα, γαρίδες, γαρίδας, γαρίδων, αλιείας γαρίδας
  • ræna á grísku - ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
  • ræða á grísku - συζητώ, περίπτωση, υπόθεση, προκειμένω, την περίπτωση, περίπτωση που
  • rétt á grísku - σωστός, δικαίωμα, μάντρα, πτυχή, δεξιός, διπλώνω, στυλό, ...
Orð af handahófi
Ræsa á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αρχίζω, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχή, ενεργοποιώ, εκτόξευση, έναρξη, εκτόξευσης, δρομολόγηση, λανσάρισμα