Autonomia in greco
Traduzione: autonomia, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
ανεξαρτησία, αυτονομία, αυτονομίας, την αυτονομία, της αυτονομίας, η αυτονομία
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: autonomia
autonomia antonimi, autonomia bmw i3, autonomia coniugazione, autonomia contrattuale, autonomia cruciverba, autonomia dizionario di lingua greco, autonomia in greco
Traduzioni
- automobile in greco - κούρσα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
- automobilista in greco - αυτοκινητιστής, οδηγός, οδηγό, αυτοκινητιστή, αυτοκινητιστών
- autonomo in greco - αυτόνομος, αυτεξούσιος, ανεξάρτητος, αυτόνομη, αυτόνομων, αυτόνομα, αυτόνομες, ...
- autopsia in greco - νεκροψία, αυτοψία, αυτοψίας, την αυτοψία, νεκροψίας
Parole a caso
Autonomia in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: ανεξαρτησία, αυτονομία, αυτονομίας, την αυτονομία, της αυτονομίας, η αυτονομία
Traduzioni: ανεξαρτησία, αυτονομία, αυτονομίας, την αυτονομία, της αυτονομίας, η αυτονομία