Faticoso in greco
Traduzione: faticoso, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
δύσκολος, σκληρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, επίπονος, βαρύς, κουραστικός, κουραστική, κουραστικό, κουραστικές, κουραστικά
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: faticoso
faticoso antonimi, faticoso assicurazioni, faticoso assicurazioni maddaloni, faticoso coniugazione, faticoso cruciverba, faticoso dizionario di lingua greco, faticoso in greco
Traduzioni
- fatica in greco - φασαρία, ζόρι, κόπος, μπελάς, κούραση, προσπαθώ, στραμπουλίζω, ...
- faticare in greco - μόχθος, κόπος, μόχθο, μόχθου, κόπο
- fato in greco - ειμαρμένη, πεπρωμένο, κλήρος, μοίρα, τύχη, τύχης, την τύχη, ...
- fattibile in greco - πιθανός, εφικτός, εφικτό, εφικτή, είναι εφικτό, εφικτές
Parole a caso
Faticoso in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: δύσκολος, σκληρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, επίπονος, βαρύς, κουραστικός, κουραστική, κουραστικό, κουραστικές, κουραστικά
Traduzioni: δύσκολος, σκληρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, επίπονος, βαρύς, κουραστικός, κουραστική, κουραστικό, κουραστικές, κουραστικά