Fissare in greco
Traduzione: fissare, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
αποδίδω, ασφαλής, εδραιώνω, ιδρύω, αναθέτω, διαπιστώνω, ασφαλίζω, επιβάλλω, φτιάχνω, καθορίζω, κανονίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, αποφασίζω, διασφαλίζω, καθιερώνω, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: fissare
fissare antonimi, fissare appuntamento, fissare appuntamento inps, fissare cella excel, fissare colore tessuti, fissare dizionario di lingua greco, fissare in greco
Traduzioni
- fisiologia in greco - φυσιολογία, φυσιολογίας, τη φυσιολογία, της φυσιολογίας, η φυσιολογία
- fisiologico in greco - φυσιολογικός, φυσιολογικές, φυσιολογικό, φυσιολογική, φυσιολογικών
- fittizio in greco - πλασματικός, φανταστικός, εικονικές, πλασματικών, πλασματική
- fitto in greco - πυκνός, συμπυκνωμένος, συμπαγής, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, ...
Parole a caso
Fissare in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: αποδίδω, ασφαλής, εδραιώνω, ιδρύω, αναθέτω, διαπιστώνω, ασφαλίζω, επιβάλλω, φτιάχνω, καθορίζω, κανονίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, αποφασίζω, διασφαλίζω, καθιερώνω, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει
Traduzioni: αποδίδω, ασφαλής, εδραιώνω, ιδρύω, αναθέτω, διαπιστώνω, ασφαλίζω, επιβάλλω, φτιάχνω, καθορίζω, κανονίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, αποφασίζω, διασφαλίζω, καθιερώνω, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει