Impartire in greco
Traduzione: impartire, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
δίνω, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πληροφορώ, μεταβιβάζω, παραδίνω, προσδίδουν, μεταδώσει, προσδώσουν, μεταδίδουν, προσδώσει
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: impartire
impartire antonimi, impartire coniugazione, impartire cruciverba, impartire definizione, impartire i sacramenti, impartire dizionario di lingua greco, impartire in greco
Traduzioni
- imparare in greco - μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
- imparentato in greco - συναφής, συγγενικός, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών
- imparziale in greco - αμερόληπτος, αμερόληπτη, αμερόληπτο, αμερόληπτες, αμερόληπτου
- impassibile in greco - απαθής, ατάραχος, απαθείς, απαθή, απαθές
Parole a caso
Impartire in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: δίνω, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πληροφορώ, μεταβιβάζω, παραδίνω, προσδίδουν, μεταδώσει, προσδώσουν, μεταδίδουν, προσδώσει
Traduzioni: δίνω, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πληροφορώ, μεταβιβάζω, παραδίνω, προσδίδουν, μεταδώσει, προσδώσουν, μεταδίδουν, προσδώσει