Sussidio in greco

Traduzione: sussidio, Dizionario: italiano » greco

Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
ανάγλυφος, βοηθός, ανακούφιση, εκτόνωση, επικουρία, βοηθώ, βοήθημα, αρωγή, βοήθεια, επιδότηση, επιχορήγηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης
Sussidio in greco
Parole correlate
Altre lingue

Parole correlate: sussidio

disoccupazione, il sussidio, indennità di disoccupazione, inps sussidio disoccupazione, requisiti sussidio disoccupazione, sussidio dizionario di lingua greco, sussidio in greco

Traduzioni

  • suscitare in greco - εμπνέω, προκαλώ, διεγείρουν, αφυπνίσει, ξυπνήσει, ενδυναμώσουμε, να διεγείρουν
  • susina in greco - δαμάσκηνο, δαμάσκηνου, δαμάσκηνων, δαμάσκηνα, δαμασκήνων
  • sussistere in greco - ζω, υπάρχω, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, υφίσταται, να υπάρχουν
  • sussurrare in greco - ψιθυρίζω, ψιθυρισμός, ψίθυρος, ψίθυρο, ψιθυριστά, ψιθύρου, ψιθυρίζουν
Parole a caso
Sussidio in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: ανάγλυφος, βοηθός, ανακούφιση, εκτόνωση, επικουρία, βοηθώ, βοήθημα, αρωγή, βοήθεια, επιδότηση, επιχορήγηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης