Atidėti graikiškai
Vertimas: atidėti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
χωριστά, τραπέζι, πίνακας, αναβάλλω, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: atidėti
atidėti angliškai, atidėti orderiai, atidėti mokesčiai, atidėti kalbų žodynas graikų, atidėti graikiškai
Vertimai
- atidumas graikiškai - φροντίδα, προσοχή, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης
- atidus graikiškai - προσεκτικός, κοντά, πνιγηρός, κολλητός, αποπνιχτικός, γνωστικός, στενή, ...
- atimtis graikiškai - πλην, αφαίρεση, αφαίρεσης, την αφαίρεση, αφαιρέσεως, της αφαίρεσης
- atlaidus graikiškai - μακρόθυμος, μαλακός, επιεικής, συγχωρεί, να συγχωρεί, συγχωρώντας, συγχώρεση
Atsitiktiniai žodžiai
Atidėti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: χωριστά, τραπέζι, πίνακας, αναβάλλω, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Vertimai: χωριστά, τραπέζι, πίνακας, αναβάλλω, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως