Derėti graikiškai
Vertimas: derėti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
σκώμμα, καταμετρώ, ταιριάζω, σπίρτο, αναχαιτίζω, ανακόπτω, αντιστοιχώ, ανταποκρίνομαι, σταματώ, καρέ, συνταιριάζω, συμφωνώ, αγώνας, ματς, αγώνα, παιχνίδι, αντιστοιχία
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: derėti
derėti kalbų žodynas graikų, derėti graikiškai
Vertimai
- derva graikiškai - κατράμι, ναύτης, πίσσα, ρετσίνι, κλυδωνίζομαι, ρητίνη, ρητίνης, ...
- derybos graikiškai - διάλογος, παζαρεύω, διαπραγμάτευση, συνομιλίες, συνομιλιών, οι συνομιλίες, συζητήσεις, ...
- desertas graikiškai - γλυκός, καραμέλα, επιδόρπιο, γλυκό, επιδορπίων, το επιδόρπιο, Επιδόρπιο Στοιχεία εστιατορίου
- desperacija graikiškai - απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απογοήτευση, απόγνωσης
Atsitiktiniai žodžiai
Derėti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: σκώμμα, καταμετρώ, ταιριάζω, σπίρτο, αναχαιτίζω, ανακόπτω, αντιστοιχώ, ανταποκρίνομαι, σταματώ, καρέ, συνταιριάζω, συμφωνώ, αγώνας, ματς, αγώνα, παιχνίδι, αντιστοιχία
Vertimai: σκώμμα, καταμετρώ, ταιριάζω, σπίρτο, αναχαιτίζω, ανακόπτω, αντιστοιχώ, ανταποκρίνομαι, σταματώ, καρέ, συνταιριάζω, συμφωνώ, αγώνας, ματς, αγώνα, παιχνίδι, αντιστοιχία