Keisti graikiškai
Vertimas: keisti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
μετατροπή, παραλλάζω, παραλλαγή, αλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: keisti
keisti zenklai, keisti pasa, keisti zenklai vilnius, keisti teises, keisti faktai, keisti kalbų žodynas graikų, keisti graikiškai
Vertimai
- keblus graikiškai - μαλθακός, εύθραυστος, φίνος, αδύναμος, λεπτός, ακανθώδης, αγκαθωτός, ...
- keistas graikiškai - εκκεντρικός, ιδιότροπος, απόκοσμος, αλλόκοτος, παράξενος, περίεργος, παράξενη, ...
- kekė graikiškai - τσαμπί, σύμπλεγμα, συστοιχία, μάτσο, δέσμη, σωρό, μπουκέτο
- keleivinis graikiškai - επιβάτης, αναβάτης, επιβατών, επιβάτη, επιβατικών, επιβατηγά
Atsitiktiniai žodžiai
Keisti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: μετατροπή, παραλλάζω, παραλλαγή, αλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Vertimai: μετατροπή, παραλλάζω, παραλλαγή, αλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή