Stebėti graikiškai
Vertimas: stebėti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
αρπάζω, άποψη, πιάνω, φρουρά, ρολόι, παρακολουθώ, βλέπω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: stebėti
stebėti lėktuvų skrydžius realiu laiku, stebėti sinonimai, orams stebėti, stebėti lėktuvo skrydį, stebėti angliškai, stebėti kalbų žodynas graikų, stebėti graikiškai
Vertimai
- stebuklas graikiškai - αναρωτιέμαι, διερωτώμαι, θαύμα, θαυμασμός, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, ...
- stebėjimas graikiškai - παρατηρητικότητα, παρακολούθηση, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, την παρατήρηση
- stebėtojas graikiškai - παρατηρητής, παρατηρητή, παρατηρητών, του παρατηρητή
- stemplė graikiškai - λαγκάδι, φαράγγι, οισοφάγος, οισοφάγου, οισοφάγο, του οισοφάγου, τον οισοφάγο
Atsitiktiniai žodžiai
Stebėti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: αρπάζω, άποψη, πιάνω, φρουρά, ρολόι, παρακολουθώ, βλέπω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
Vertimai: αρπάζω, άποψη, πιάνω, φρουρά, ρολόι, παρακολουθώ, βλέπω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε