Tavo graikiškai
Vertimas: tavo, Žodynas: lietuvių » graikų
δικός σας, δικό σου, δική σας, δικά σας, δικό σας

Kitos kalbos
Susiję žodžiai
tavo kalbų žodynas graikų, tavo žvilgsnis, tavo pica, tavo mokykla, tavo sapnas, tavo diena, tavo graikiškai
Vertimai
galėti graikiškai - να είναι σε θέση, είναι σε θέση, να μπορούν, να μπορεί, σε θέση, κουτί, μπορώ
tautosaka graikiškai - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
tautybė graikiškai - ιθαγένεια, εθνικότητα, ιθαγένειας, εθνικότητας, ιθαγενείας, υπηκοότητα
tačiau graikiškai - αλλά, όμως, αλλά η, αλλά και, γαλήνιος, ακόμα, ήρεμος, ωστόσο, ...
taškas graikiškai - σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο, στίγμα, αιχμή, κουκίδα, επισημαίνω, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Atsitiktiniai žodžiai (lietuvių/anglų)
Tavo graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: δικός σας, δικό σου, δική σας, δικά σας, δικό σας