Izjust grieķu valodā
Tulkojums: izjust, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
εμπειρία, υφή, αισθάνομαι, έχω, νιώθω, έχε, αμπάρι, κρατώ, αίσθηση, έννοια, νόημα, αίσθημα, την έννοια
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: izjust
izjust valodas vārdnīca grieķu, izjust grieķu valodā
Tulkojumi
- izgudrotājs grieķu valodā - εφευρέτης, εφευρέτη
- izjaukt grieķu valodā - πετώ, ρίχνω, πέταγμα, αλεπού, ματαιώσει, ματαιώσουν, ματαίωση, ...
- izjusts grieķu valodā - εγκάρδιος, σπίτι, οίκον, στο σπίτι, σπιτικά
- izjūta grieķu valodā - αίσθημα, συναίσθημα, αίσθηση, το συναίσθημα, το αίσθημα
Nejauši vārdi
Izjust grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: εμπειρία, υφή, αισθάνομαι, έχω, νιώθω, έχε, αμπάρι, κρατώ, αίσθηση, έννοια, νόημα, αίσθημα, την έννοια
Tulkojumi: εμπειρία, υφή, αισθάνομαι, έχω, νιώθω, έχε, αμπάρι, κρατώ, αίσθηση, έννοια, νόημα, αίσθημα, την έννοια