Patentēts grieķu valodā
Tulkojums: patentēts, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, πατενταρισμένο, πατενταρισμένη, κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας
Citas Valodas
Saistīti vārdi: patentēts
rāvējslēdzējs patentēts, patentēts valodas vārdnīca grieķu, patentēts grieķu valodā
Tulkojumi
- pateikties grieķu valodā - ευχαριστώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
- patents grieķu valodā - άδεια, επιτρέπω, ευρεσιτεχνία, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ευρεσιτεχνίας, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
- patiess grieķu valodā - αληθής, αλήθεια, πραγματική, αληθινή, αληθές
- patiesība grieķu valodā - αλήθεια, αλήθειας, την αλήθεια, πραγματικότητα, η αλήθεια
Nejauši vārdi
Patentēts grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, πατενταρισμένο, πατενταρισμένη, κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας
Tulkojumi: κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, πατενταρισμένο, πατενταρισμένη, κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας