Strēmele grieķu valodā
Tulkojums: strēmele, Vārdnīca: latviešu » grieķu
Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
τσιπ, φίμωτρο, νιφάδα, αποφάγια, λωρίδα, ταινία, ταινίας, λωρίδας, ταινίες
Saistīti vārdi
Citas Valodas
Saistīti vārdi: strēmele
strēmele valodas vārdnīca grieķu, strēmele grieķu valodā
Tulkojumi
- strādīgs grieķu valodā - εργατικός, εργατικοί, εργατικό, εργατικούς, εργατικές
- strāva grieķu valodā - τωρινός, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
- strīds grieķu valodā - διαφωνία, καβγάς, διαπληκτίζομαι, καυγαδίζω, διεκδικώ, επιχείρημα, διαμάχη, ...
- strīdēties grieķu valodā - διένεξη, φράχτης, διαφωνώ, διαφωνία, διεκδικώ, διαπληκτίζομαι, συζήτηση, ...
Nejauši vārdi
Strēmele grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: τσιπ, φίμωτρο, νιφάδα, αποφάγια, λωρίδα, ταινία, ταινίας, λωρίδας, ταινίες
Tulkojumi: τσιπ, φίμωτρο, νιφάδα, αποφάγια, λωρίδα, ταινία, ταινίας, λωρίδας, ταινίες