Vadīt grieķu valodā

Tulkojums: vadīt, Vārdnīca: latviešu » grieķu

Avota valoda:
latviešu
Mērķa valoda:
grieķu
Tulkojumi:
σκηνοθετώ, διατάζω, οδηγός, ηγούμαι, μόλυβδος, μεταχειρίζομαι, προσταγή, αγορά, ξεναγώ, εξουσιάζω, διεξάγω, χερούλι, καταφέρνω, αποφασίζω, κανόνας, έλεγχος, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Vadīt grieķu valodā
Saistīti vārdi
Citas Valodas

Saistīti vārdi: vadīt

vadīt emocijas, vadīt komandas, vadīt komandu, vadīt pārmaiņas, vadīt auto, vadīt valodas vārdnīca grieķu, vadīt grieķu valodā

Tulkojumi

  • vadāt grieķu valodā - σεργιανίζω, περπατώ, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
  • vadība grieķu valodā - διοίκηση, ηγετικός, κατεύθυνση, ηγεσία, κορυφαίος, ηγεμονία, ηγεσίας, ...
  • vadītājs grieķu valodā - διευθυντής, ηγήτορας, ηγεμόνας, αρχηγός, σκηνοθέτης, οδηγός, ηγέτης, ...
  • vadīšana grieķu valodā - κατεύθυνση, διοίκηση, οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική
Nejauši vārdi
Vadīt grieķu valodā - Vārdnīca: latviešu » grieķu
Tulkojumi: σκηνοθετώ, διατάζω, οδηγός, ηγούμαι, μόλυβδος, μεταχειρίζομαι, προσταγή, αγορά, ξεναγώ, εξουσιάζω, διεξάγω, χερούλι, καταφέρνω, αποφασίζω, κανόνας, έλεγχος, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα