Anordning på gresk
Oversettelse: anordning, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
παραγγέλλω, προσταγή, παραγγελία, κανονισμός, εντολή, υπαγορεύω, ρύθμιση, συσκευή, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: anordning
anordning antonymer, anordning betydning, anordning definisjon, anordning engelsk, anordning for livbåter, anordning språk ordbok gresk, anordning på gresk
Oversettelser
- annullere på gresk - ακυρώνω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
- anonym på gresk - ανώνυμος, ανώνυμα, ανώνυμη, ανώνυμο, ανώνυμες
- anse på gresk - υπολογίζω, φήμη, τη φήμη, Φήμης, Reputation, φήμη της
- anseelse på gresk - φήμη, υπόληψη, φήμης, κύρους, τη φήμη
Tilfeldige ord
Anordning på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: παραγγέλλω, προσταγή, παραγγελία, κανονισμός, εντολή, υπαγορεύω, ρύθμιση, συσκευή, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
Oversettelser: παραγγέλλω, προσταγή, παραγγελία, κανονισμός, εντολή, υπαγορεύω, ρύθμιση, συσκευή, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή