Forstoppelse på gresk
Oversettelse: forstoppelse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, η δυσκοιλιότητα
Andre språk
Relaterte ord: forstoppelse
baby forstoppelse, forstoppelse antonymer, forstoppelse baby, forstoppelse barn, forstoppelse barn 2 år, forstoppelse språk ordbok gresk, forstoppelse på gresk
Oversettelser
- forsterker på gresk - ενισχυτής, ενισχυτή, του ενισχυτή, ενισχυτού, ενισχυτών
- forstmann på gresk - δασοφύλακας, Forester, Δασολόγος, δασοκόμος, του Forester
- forstyrre på gresk - ενοχλώ, παρενοχλώ, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, παρέμβει, παρεμποδίζουν, παρεμβάλλονται
- forstyrrelse på gresk - ενόχληση, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης
Tilfeldige ord
Forstoppelse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, η δυσκοιλιότητα
Oversettelser: δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, η δυσκοιλιότητα