Kloss på gresk
Oversettelse: kloss, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: kloss
karlie kloss, kloss antonymer, kloss ausbau, kloss betydning, kloss definisjon, kloss språk ordbok gresk, kloss på gresk
Oversettelser
- klokskap på gresk - αγχίνοια, σωφροσύνη, σύνεση, σύνεσης, συντηρητικότητας, της σύνεσης, προληπτικούς
- klore på gresk - γρατσουνίζω, αμυχή, γρατσουνιά, ξύνω, δαγκάνα, νύχι, νυχιών, ...
- klosset på gresk - αδαής, ατζαμής, αδέξιος, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
- kloster på gresk - μοναστήρι, μονή, μονής, μοναστηριού, Ιερά Μονή
Tilfeldige ord
Kloss på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Oversettelser: φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες