Oppføre på gresk
Oversettelse: oppføre, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ανεγείρω, αναστηλώνω, ορθώνω, συμπεριφέρομαι, Συμπεριφερθείτε, Ενεργείτε, Συμπεριφέρονται, Να φέρεσαι
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: oppføre
oppføre antonymer, oppføre betydning, oppføre bok som kilde, oppføre definisjon, oppføre engelsk, oppføre språk ordbok gresk, oppføre på gresk
Oversettelser
- oppfinnsom på gresk - επινοητικός, εφευρετικός, της εφεύρεσης, εφευρετική, της εφευρέσεως, εφευρετικής
- oppfostre på gresk - αναστηλώνω, υψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, πισινός, ανατροφή, γαλουχήσει, ...
- oppførelse på gresk - ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
- oppførsel på gresk - συμπεριφορά, φέρσιμο, διαγωγή, διεξάγω, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, ...
Tilfeldige ord
Oppføre på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ανεγείρω, αναστηλώνω, ορθώνω, συμπεριφέρομαι, Συμπεριφερθείτε, Ενεργείτε, Συμπεριφέρονται, Να φέρεσαι
Oversettelser: ανεγείρω, αναστηλώνω, ορθώνω, συμπεριφέρομαι, Συμπεριφερθείτε, Ενεργείτε, Συμπεριφέρονται, Να φέρεσαι