Agudo em grego
Tradução: agudo, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
αιφνίδιος, διαπεραστικός, μυτερός, οξυδερκής, έντονος, συστέλλω, εντατικός, μπαίνω, κοφτερός, οξύς, συρρικνώνομαι, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: agudo
agudo angulo, agudo grave esdruxula, agudo e grave, agudo e cronico, agudo em ingles, agudo dicionário de língua grego, agudo em grego
Traduções
- aguardente em grego - κονιάκ, μπράντι, κέφια, μπράντυ, brandy, το κονιάκ
- agudeza em grego - θρυμματίζω, οξυδέρκεια, θρυμματίζομαι, στυφότητα, οξύτητα, αιχμηρότητα, ευκρίνεια, ...
- aguentar em grego - ανέχομαι, εμμένω, γεννώ, πάσχω, υποφέρω, παθαίνω, υπομείνουν, ...
- agulha em grego - βελόνα, βελόνας, βελόνης, βελόνη, της βελόνας
Palavras aleatórias
Agudo em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: αιφνίδιος, διαπεραστικός, μυτερός, οξυδερκής, έντονος, συστέλλω, εντατικός, μπαίνω, κοφτερός, οξύς, συρρικνώνομαι, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Traduções: αιφνίδιος, διαπεραστικός, μυτερός, οξυδερκής, έντονος, συστέλλω, εντατικός, μπαίνω, κοφτερός, οξύς, συρρικνώνομαι, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ