Esquisito em grego
Tradução: esquisito, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
παράξενος, εκκεντρικός, ιδιόμορφος, παράδοξος, αδερφή, ιδιότροπος, ρούμι, ενικός, περίεργος, μονός, απόκοσμος, μοναδικός, αλλόκοτος, αστείος, κωμικός, περίεργο, παράξενο, Weird, περίεργα
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: esquisito
esquisito sinonimos, esquisito dicionario, esquisito ou esquisito, esquisito em espanhol significado, esquisito antonimo, esquisito dicionário de língua grego, esquisito em grego
Traduções
- esquimó em grego - ειδικά, εσκιμώος, eskimo, Εσκιμώων, των Εσκιμώων, Εσκιμώο
- esquina em grego - στριμώχνω, γωνία, εστία, εστία του, κόρνερ, γωνιά
- esquivar em grego - αποφεύγω, ξεγλιστρώ, Dodge, αποφύγει, αποφεύγουμε, αποφύγει τα
- essa em grego - εκείνος, που, ότι, ότι η, ώστε, ότι οι
Palavras aleatórias
Esquisito em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: παράξενος, εκκεντρικός, ιδιόμορφος, παράδοξος, αδερφή, ιδιότροπος, ρούμι, ενικός, περίεργος, μονός, απόκοσμος, μοναδικός, αλλόκοτος, αστείος, κωμικός, περίεργο, παράξενο, Weird, περίεργα
Traduções: παράξενος, εκκεντρικός, ιδιόμορφος, παράδοξος, αδερφή, ιδιότροπος, ρούμι, ενικός, περίεργος, μονός, απόκοσμος, μοναδικός, αλλόκοτος, αστείος, κωμικός, περίεργο, παράξενο, Weird, περίεργα