Levar em grego
Tradução: levar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
κουβαλώ, μοιράζω, διεξάγω, σκηνοθετώ, ξεναγώ, φέρσιμο, αγορά, φορώ, ηγούμαι, καθοδηγώ, διαγωγή, ξεναγός, συμπεριφορά, οδηγός, λουρί, μεταφέρω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: levar
levar comida para o rock in rio, levar no pacote, levar comida para o trabalho, levar burton, levar comida para o rock in rio 2014, levar dicionário de língua grego, levar em grego
Traduções
- letra em grego - μαρούλι, γράμμα, επιστολή, έγγραφο, επιστολής
- levantar em grego - υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, εξέταση, μετακομίζω, εγείρομαι, πορεία, ...
- leve em grego - ισχνός, φτωχός, παραδρομή, ψιλός, γλίστρημα, λιγνός, ολίσθημα, ...
- leveduras em grego - ζύμη, μαγιά, ζύμης, ζυμομύκητα, ζυμομυκήτων
Palavras aleatórias
Levar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: κουβαλώ, μοιράζω, διεξάγω, σκηνοθετώ, ξεναγώ, φέρσιμο, αγορά, φορώ, ηγούμαι, καθοδηγώ, διαγωγή, ξεναγός, συμπεριφορά, οδηγός, λουρί, μεταφέρω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Traduções: κουβαλώ, μοιράζω, διεξάγω, σκηνοθετώ, ξεναγώ, φέρσιμο, αγορά, φορώ, ηγούμαι, καθοδηγώ, διαγωγή, ξεναγός, συμπεριφορά, οδηγός, λουρί, μεταφέρω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί