Aprins în greacă
Traducere: aprins, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
καυτερός, φλογισμένος, παθιασμένος, φλογερός, φωτεινό, φωτεινά, φωτεινή, λαμπρό, έντονο
Alte limbi
Cuvinte asemenea: aprins
aprins focul, rugul aprins, aprins dex, aprins sinonim, rosu aprins, aprins dictionarul de limbaje greacă, aprins în greacă
Traduceri
- apostrof în greacă - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
- aprecia în greacă - αναγνωρίζω, εκτιμώ, κατανοώ, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε
- aproape în greacă - για, περί, πλέον, περίπου, ουσιαστικά, κοντά, κοντινός, ...
- aprobare în greacă - έγκριση, παραδοχή, ευλογία, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
Cuvinte aleatorii
Aprins în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: καυτερός, φλογισμένος, παθιασμένος, φλογερός, φωτεινό, φωτεινά, φωτεινή, λαμπρό, έντονο
Traduceri: καυτερός, φλογισμένος, παθιασμένος, φλογερός, φωτεινό, φωτεινά, φωτεινή, λαμπρό, έντονο