Autohton în greacă
Traducere: autohton, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
ντόπιος, ιθαγενής, αυτόχθονη, αυτόχθων, αυτόχθονες, αυτόχθονης, αυτόχθονα
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: autohton
autohton timisoara preturi, autohton allpic, autohton sinonim, autohton tim, autohton antonim, autohton dictionarul de limbaje greacă, autohton în greacă
Traduceri
- autobuz în greacă - προπονώ, πούλμαν, άμαξα, προπονητής, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, ...
- autograf în greacă - αυτόγραφο, αυτόγραφό, το αυτόγραφό, αυτόγραφου, το αυτόγραφο
- automat în greacă - αυτόματο, αυτοματικός, αυτόματη, αυτόματης, αυτόματες, αυτόματα
- automatizare în greacă - αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
Cuvinte aleatorii
Autohton în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: ντόπιος, ιθαγενής, αυτόχθονη, αυτόχθων, αυτόχθονες, αυτόχθονης, αυτόχθονα
Traduceri: ντόπιος, ιθαγενής, αυτόχθονη, αυτόχθων, αυτόχθονες, αυτόχθονης, αυτόχθονα