Единогласный на греческом языке
Перевод: единогласный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: единогласный
единогласно синоним, единогласный словарь иностранных слов греческий, единогласный на греческом языке
Переводы
- единогласие на греческом языке - ομοφωνία, ομοφωνίας, ομόφωνα, της ομοφωνίας, η ομοφωνία
- единогласно на греческом языке - ομόφωνα, παμψηφεί, ομοφωνία, ομοφώνως, με ομοφωνία
- единодержавие на греческом языке - μονοκρατορία, μονοκρατορίας, μονοκρατία, την μονοκρατορία, μονοκρατικό
- единодушие на греческом языке - συγκατάθεση, συναίνεση, ομοφωνία, αρμονία, συμφωνία, ενότητα, ακεραιότητα, ...
Случайные слова
Единогласный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
Переводы: ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία