Мочалить на греческом языке
Перевод: мочалить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εσωτερικός φλοιός δένδρου, φλοιού, κλωστές, από στελέχη φυτών, στελέχη φυτών
Другие языки
Родственные слова: мочалить
мочалить словарь иностранных слов греческий, мочалить на греческом языке
Переводы
- моцион на греческом языке - συνταγματικός, άσκηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
- моча на греческом языке - ποτίζω, ύδωρ, μπαγιάτικος, νερό, ούρα, ούρων, τα ούρα, ...
- мочалка на греческом языке - τσουλούφι, WISP, κομματάκι, ΨΙδΡ, νΐδΡ
- мочало на греческом языке - ίνα, εσωτερικός φλοιός δένδρου, φλοιού, κλωστές, από στελέχη φυτών, στελέχη φυτών
Случайные слова
Мочалить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εσωτερικός φλοιός δένδρου, φλοιού, κλωστές, από στελέχη φυτών, στελέχη φυτών
Переводы: εσωτερικός φλοιός δένδρου, φλοιού, κλωστές, από στελέχη φυτών, στελέχη φυτών