Особый на греческом языке
Перевод: особый, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: особый
особый порядок судебного разбирательства, особый статус, особый порядок, особый отдел, особый случай смотреть, особый словарь иностранных слов греческий, особый на греческом языке
Переводы
- особняком на греческом языке - χωριστά, χώρια, εκτός, πέρα, πέραν
- особо на греческом языке - ειδικά, ιδίως, ειδικώς, τα ειδικά, είναι ειδικά
- особь на греческом языке - δείγμα, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
- осовелый на греческом языке - βαρύς, osovely
Случайные слова
Особый на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Переводы: αρκετοί, χωρίζω, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, μοναδικός, ενικός, παράδοξος, ιδιόμορφος, χωριστός, αρκετές, παράξενος, συγκεκριμένος, ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό