Спертый на греческом языке
Перевод: спертый, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απεριποίητος, πνιγηρός, μπαγιάτικος, αποπνικτικός, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: спертый
спертый мат, спертый воздух 6 букв, спертый воздух это, спертый это, спертый запах от тела, спертый словарь иностранных слов греческий, спертый на греческом языке
Переводы
- сперматозоид на греческом языке - σπέρμα, σπέρματος, του σπέρματος, σπερματοζωαρίων, το σπέρμα
- спермацет на греческом языке - λίπος κήτους, σπέρματος κήτους, κεριά σπέρματος κήτους, σπερματσέτο, σπαρματσέτο
- спесивость на греческом языке - υπεροψία, αλαζονεία, έπαρση, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
- спесивый на греческом языке - αλαζόνας, ψηλός, υπεροπτικός, αλαζονικός, καμαρωτός, υπερόπτης, αλαζών
Случайные слова
Спертый на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απεριποίητος, πνιγηρός, μπαγιάτικος, αποπνικτικός, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Переводы: κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απεριποίητος, πνιγηρός, μπαγιάτικος, αποπνικτικός, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη