Váhanie po grécky

Preklad: váhanie, Slovník: slovenčina » gréčtina

Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
δισταγμός, διστακτικότητα, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
Váhanie po grécky
Súvisiace pojmy
Ostatné jazyky

Súvisiace pojmy: váhanie

váhanie antonymá, váhanie citaty, váhanie gramatika, váhanie kniha, váhanie křížovka, váhanie jazykový slovník gréčtina, váhanie po grécky

Preklady

  • vzťah po grécky - σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
  • váha po grécky - βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
  • váhavosť po grécky - δισταγμός, διστακτικότητα, η διστακτικότητα, δισταγμούς, διστακτικότητά
  • váhavé po grécky - διστακτικός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
Náhodné slová
Váhanie po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: δισταγμός, διστακτικότητα, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού