yunanca Bireysel
Çeviri: bireysel, Sözlük: türkçe » yunanca
Kaynak dil:
türkçe
Hedef dil:
yunanca
Çeviriler:
ιδιαίτερος, άτομο, φαντάρος, ατομικός, ιδιωτικός, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
Diğer Diller
Benzer kelimeler: bireysel
bireysel emeklilik, bireysel kredi, bireysel krediler, bireysel gelişim raporu, bireysel ne demek, bireysel dil sözlüğü yunanca, yunanca bireysel
Çeviriler
- yunanca birdenbire - ξαφνικός, αιφνίδιος, ξαφνικά, απότομα, ξαφνικά να, αιφνιδίως, αιφνίδια
- yunanca birey - ανθρώπινος, ψυχή, ατομικός, θνητός, κάποιος, άνθρωπος, πρόσωπο, ...
- yunanca biricik - μοναχικός, ασυντρόφευτος, απόκοσμος, πέλμα, γλώσσα, μόνο, μοναδικός, ...
- yunanca biriktirmek - συλλέγω, περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, συσσωρεύω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, ...
Rastgele kelime
yunanca Bireysel - Sözlük: türkçe » yunanca
Çeviriler: ιδιαίτερος, άτομο, φαντάρος, ατομικός, ιδιωτικός, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
Çeviriler: ιδιαίτερος, άτομο, φαντάρος, ατομικός, ιδιωτικός, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες